Ο "Διήγημας" αποτελεί μια οδυνηρή άσκηση απελευθέρωσης που αρθρώνεται σε δώδεκα ενότητες-σπονδύλους. Η συγγραφέας επιστρέφει στα προσωπικά και συλλογικά τραύματα της παιδικής και εφηβικής ηλικίας αλλά και της ενήλικης ζωής μιας οποιασδήποτε θηλυκότητας, μέσα από σκοτεινές διαδρομές με παραστάτες της μούσες ποιήτριες και ποιητές, και, πετώντας ένα προς ένα τα σκουπίδια της πατριαρχίας για χάρη όλων, φτάνει σε μια θαρραλέα ενηλικίωση. Ενηλικίωση προσωπική, μα παράλληλα και λογοτεχνική: αν στα προηγούμενα έργα της η Τεμπρίδου άγγιζε διερευνητικά τα όρια ποίησης και πεζογραφίας, στον "Διήγημα" τα αγνοεί ρητά και επιδεικτικά, σφυρηλατώντας με σθένος τη μοναδική φωνή της. Ο "Διήγημας", με το ίδιο του το όνομα, σφίγγει πάνω του το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό, βγάζοντας τη λυτρωτική κραυγή: "Είμαι ό,τι θέλω εγώ".
Η μαμά φεύγει και μου αφήνει τα μαλλιά της δανεικά. Τα μαλλιά ασπρίζουν χωρίς τη μαμά. Όταν βρέχει, η μαμά τρέχει έξω και αφήνει ανάποδα δυο καπέλα να γεμίσουν νερό της βροχής. Όταν σταματάει, πάει ήρεμη και τα μαζεύει.
«όλο της ζητούσαμε να μας τραγουδήσει και ποτέ δεν έλεγε όχι, εκτός απ� τις φορές που την πονούσε ο λαιμός, αλλά αυτό δεν μετράει. ήταν τόσο καλή η δασκάλα που σκεφτόμουν καμιά φορά πως θα είχε κι αυτή καλή δασκάλα όταν ήταν μικρή και γι� αυτό ήξερε πώς να είναι καλή»
🧶
με σφίξιμο στο στομάχι, δάγκωμα στα χείλια
«…αναγνωρίζ� στο πρόσωπό του κάποιον παλιό γνωστό. "άλλαξες", αυτός.»
Η Γιώτα Τεμπρίδου μας καλωσορίζει στο(ν) Διήγημας, μια ιδιαίτερη σύνθεση δώδεκα «σπονδύλων» σχετικών με το βίωμα των θηλυκοτήτων, το τραύμα, τη μνήμη και την ταυτότητα με την εξής προειδοποίηση: «Οφείλω, και πάντως θέλω, a priori να πω πως θα βρείτε εδώ μέσα πολλή έμφυλη βία, αν και όχι περισσότερη από όση έχετε ήδη βρει εκεί έξω.» Διαβάστε αναλυτικά εδώ:
Όλα τα θύματα γυναικοκτονιών, όλα τα κρίματά σας, έχουν πιάσει τα χέρια κάτω απ'το χώμα κι έχουν δώσει φωνή σε κάθε μικρή, είναι πολύ δυνατή, έρχεται, θα γίνει σεισμός, οι σεισμολόγοι δε θα τον περιμένουν, δε θα καταλάβουν. Έρχεται. (σ.73)
Μία ροχάλα στους περαστικούς-τιμωρούς. Στους περαστικούς - παντογνώστες. Σε αυτούς, των οποίων τη γνώμη καμία μας δε ζήτησε και επιμένουν ακόμη και τώρα να μας τη φοράνε στο λαιμό. Και μεις ακόμα παλεύουμε να αναπνεύσουμε.
Μια σφιχτή αγκαλιά ήταν ο διήγημας για εμάς που κουβαλάμε τόση οργή και πόνο. Και ένα ψήγμα ελευθερίας, μία εκτόνωση. Όσες λέξεις δε μπορώ να φτύσω στα μούτρα τους γιατί μουδιάζω, τις διαβάζω και λυτρώνομαι στάλα-στάλα. Και νιώθω να καίγεται όλο μου το είναι που δεν έχω ξεράσει ακόμα όλα τα παράσιτά τους. Τους.
-------
"Πήγε μετά ν'ανάψει κερί, ζήτησε να συγχωρεθεί. Αν υπάρχει θεός, θα 'ναι άντρας και αυτός. [...] Όλα τα θύματα των γυναικοκτονιών, όλα τα κρίματά σας, έχουν πιάσει τα χέρια κάτω απ' το χώμα κι έχουν δώσει φωνή σε κάθε μικρή, είναι πολύ δυνατή, έρχεται θα γίνει σεισμός , οι σεισμολόγοι δε θα τον περιμένουν, δε θα καταλάβουν. Έρχεται."