Τα "Πεζά ποιήματα" αποτελούνται από τις ποιητικές συλλογές "Νεκρή πιάτσα", (1977-1999) "Η πιο βαθιά πληγή" (1995-1999) και "Παράξενο πού βρίσκει το κουράγιο κι ανθίζει" (2005-2010).
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ήταν σύγχρονος βραβευμένος Έλληνας ποιητής, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής, λαογράφος, εκδότης και βιβλιοκριτικός. Το πραγματικό όνομα του πολυγραφότατου λογοτέχνη ήταν Κωνσταντίνος Δημητριάδης. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες.
Τομίδιο με τρεις συλλογές πεζών ποιημάτων: Νεκρή Πιάτσα, � πιό βαθιά πληγή και Παράξενο, πο� βρίσκει τό κουράγιο κι ἀνθίζει. Βρήκα αυτές τις συλλογές καλύτερες από αυτές των ποιημάτων του γιατί καλύπτουν μια μεγαλύτερη θεματολογία και έχουν καλύτερο τρόπο γραφής. Κυριαρχεί και πάλι η ηδυπάθεια συνοδευόμενη πάντα από τις αντίστοιχες αναμνήσεις (κάτι που θυμίζει τα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη, που γράφονται πάντα χρόνια μετά τον εκάστοτε έρωτα). Φαίνεται όμως πως έχει ωριμάσει περισσότερο η γραφή του, είναι πιο «ευθύβολος» και έχει αποκτήσει μια αξιοζήλευτη δεξιοτεχνία στη μεταφορά αισθημάτων στον αναγνώστη με όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις. Σίγουρα τρεις συλλογές που αξίζουν και διαβάζονται με μεγάλη ευχαρίστηση.
Τον Χριστιανόπουλο θα πρέπει να τον δεχτείς όπως είναι. Ακόμα και αν διαφωνείς, η θαρραλέα και πηγαία ειλικρίνεια του, το ζαμανφου και η ειρωνία του, το απίθανο χιούμορ είναι εδώ για να τα θαυμασεις.
Η δυνατότερη συλλογή του βιβλίου είναι η "Νεκρή πιάτσα". Η οξεία μάτια του ποιητή πιάνει και καταμαρτυρα μια ολόκληρη εποχή στη Θεσσαλονίκη, όπου είχαν ήδη αρχίσει να φαίνονται οι κοινωνικές αλλαγές. Έτσι η μεταβολή της νοοτροπίας για τον ρόλο του άντρα και της γυναίκας, η αρχή μιας αναπροσαρμογής της κοινής πρόσληψης για τη γυναικεία σεξουαλικότητα και για την ομοφυλοφιλία, στέρησαν τις παλιές πιάτσες από τα νεαρά αρρενωπά αρσενικά που, επειδή δεν έβρισκαν γυναίκα, έπαιρναν τις "αδερφές". Φανταρια και μάγκες που είχαν ανάγκες, πήγαιναν για ξεδωσιμο και χαρτζιλίκι με τις "λουγκρες". Ήταν η εποχή του καλιαρντου, η εποχή που η κοινωνική κατακραυγή και το κυνηγητό έφερναν μεγάλα πάθη, μεγάλες αγωνίες και πολλούς στρέιτ να αναζητήσουν τον αντρικό έρωτα.
Ο Χριστιανόπουλος θρηνεί για τον κόσμο που μεγάλωσε και για τις παλιές του καβλες, που παρότι κόσμος σκληρός, είχε τους δώδεκα μεγάλους του έρωτες, τους πόνους και τις στιγμές αληθινης γλύκας. Θρηνεί για την υποταγή στην εξουσία ενός ιδανικού αρσενικού, που πια εκλείπει και που δεν βρίσκει πια άξιο να πέσει να του γλείψει τα άρβυλα.
Η ατμόσφαιρα, ο εικαστικος και συναισθηματικος πλούτος των ποιημάτων της "Νεκρής πιάτσας" εμπνέει σεβασμό.
"Με κοιτάς από πάνω καλοδιαθετος/με στοργή για το κουσούρι μου/ με φανερή ευχαρίστηση καθώς ξαλαφρώνεις/ σ' ευχαριστώ που μου χαϊδεψες τα μαλλιά/ (...) / Ακόμα μια φωτιά/ αντί να με κάψει, με ζέστανε" (15)
"Μόνο ο έρωτας ξέρει να εκμεταλλεύεται τα χαλάσματα. Και ξαπλώσαμε πάνω στο ζεστό τσιμέντο, εκεί που κάποτε είχαν ακουστεί τα πιο λυπητερά τραγούδια αγάπης" (17)
" Τα θηλυκά έγιναν πέντε στον παρά. Τα τεκνα, ματσωμενα. Τα φανταρια, σπιτωμενα. Η ρόδα, ο μπερντές και το μαλλί μας έβγαλαν νοκ άουτ" 21
"Με πιάνει φρίκη όταν σκέφτομαι πως η ανικανότητα προχώρησε παντού: στο στρατό, στις λαϊκές συνοικίες, ακόμα και στα χωριά. Αυτό λοιπόν ήταν το τίμημα της τόσης ελευθερίας;" 24
"Το ένα αίσθημα διαδεχονταν το άλλο, καινούριες απογοητεύσεις στοιβάζονταν επάνω σε παλιούς σπαραγμους" 31
" Κι όμως γιατί το κορμί μου εισπράττει λιγότερα απ' όσα καταθέτει η ψυχή μου;" 45
Ορίστε μερικοί στίχοι, αλλά υπάρχουν και ολόκληρα ποιήματα που είναι άψογα άψογα άψογα και άλλα μέτρια και με απλή κεντρική ιδέα. Άλλοτε η ειρωνία και το χιούμορ του έχουν απίστευτο γέλιο και άλλοτε η Καβλα του ερεθίζει και ιντριγκαρει.
Οι υπόλοιπες συλλογές του βιβλίου έχουν αφορμή κυρίως ιστορικά περιστατικά που εκμεευσε για να υποστηρίξει μια ιδέα του. Φυσικά απέχουν πολύ από τα καλά του ποιήματα, ενώ, ειδικά η δεύτερη συλλογή, αφιερωμένη στον Κύπριο Σολωμό Σολωμού , έχει εθνικόπατριωτικό ύφος, που φτάνει και στο σημείο να πει πως προτιμά να χυθεί το αίμα του στο χώμα παρα να τον φιλήσει Τούρκος. Αλλά είπαμε, δεχόμαστε τον Χριστιανόπουλο ακόμα και αν δε μας αρέσουν αυτά που υποστηρίζει, ακόμα και στις πιο αδύνατες στιγμές του.
Μορ λαηκ: αποφθέγματα ενός γεροπαράξενου γκεη. Αναμφίβολα εύστροφο, καυστικό και αστείο, αλλά με πολλή πίκρα για το πώς οι Άντρες δεν είναι πια βαρβάτοι βιαστές και έχουν φλωρέψει. Επίσης η ρομαντικοποίηση πολέμου/φαντάρων/στολών/εξουσίας με κάνουν να πέφτω από τα ιδεολογικά μου σύννεφα.
Υ.Γ. Ο κύριος Κουεντίν Ταραντίνο θα βρει, σε αυτή τη συλλογή, άπειρες αρβύλες για να φορέσει στα πατούσια του.
Αγαπώ πολύ τον Ντίνο, το ξέρετε, έχω ξηγηθεί σχετικά σε παλαιότερη κριτική, αλλά τα Πεζά του δεν κόλλησαν με εμένα εντελώς. Πολλά ποιήματα δε με άγγιξαν, κάποια με άγγιξαν εν μέρει, ελάχιστα ήταν αυτά που αγάπησα πολύ αυτή τη φορά. Η αλήθεια είναι πως αντί για κριτική ήθελα να γράψω κάποιο αστείο τύπου Ταραντίνο για αυτό το βιβλιαράκι αλλά δυστυχώς με πρόλαβαν άλλοι αναγνώστες, οπότε σήμερα δε θα έχετε την τιμή να απολαύσετε το top tier χιουμοράκι μου. Overall μέτρια κατ'εμέ συλλογή αλλά έχει τις στιγμές της.
Αιχμηρός με έντονα κοινωνικά στοιχεία και μία γενική ειρωνεία, διέκρινα μερικά ποιήματα που μου άρεσαν αρκετά, αλλά στα περισσότερα έβγαζε μία κακία και μία εμμονή στις στρατιωτικές στολές. Δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα, αλλά θα διαβάσω και τα υπόλοιπα ποιήματα του για να έχω μία ολοκληρωμένη εικόνα του συνολικού του έργου.