Πάνος Τουρλής's Reviews > Καλύτερα Το Αίμα
Καλύτερα Το Αίμα
by
by

Ένα μυστηριώδες βίντεο στο κινητό της οδηγεί την υπαστυνόμο Χάνα Γουέστερμαν σ� έναν τόπο εγκλήματος όπου ένα πτώμα είναι κρεμασμένο με τελετουργικό τρόπο. Ποιος ειδοποίησε τη Χάνα να το βρει και γιατί; Τι μήνυμα θέλει να περάσει ο δολοφόνος αφήνοντάς το κρεμασμένο έτσι; Τι συμβολίζει η σπείρα που σχεδιάζει με το αίμα του θύματος; Ποιος ήταν ο νεκρός και γατί δολοφονήθηκε; Τι σημαίνει utu και ποια η διαφορά του από την εκδίκηση; Ποια είναι η λεπτή γραμμή ανάμεσα σ� έναν οραματιστή και σ� έναν δολοφόνο;
Το πρώτο μυθιστόρημα με πρωταγωνίστρια την ντετέκτιβ Χάνα Γουέστερμαν έχει όλα τα συστατικά ενός καλογραμμένου βιβλίου: ένταση, σασπένς, ανθρωποκυνηγητό, εκπλήξεις μα πάνω απ� όλα μια ενδιαφέρουσα κεντρική ιδέα και ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Η δράση εκτυλίσσεται στο Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας, ένα μέρος χτισμένο στο πεδίο ενός ενεργού ηφαιστείου και γεμάτο από μια μοναδική ατμόσφαιρα: το κατοικεί ένα μείγμα από φυλές και θρησκείες, νέοι πρόσφυγες που γίνονται δεκτοί από προβληματικές ζώνες σε όλο τον κόσμο, «περισσότερες από διακόσιες εθνικότητες και θρησκείες που τώρα αποκαλούν τη Νέα Ζηλανδία σπίτι τους». Είναι γραφικό και γεμάτο ζωντάνια αλλά κουβαλάει και ένα βαρύ παρελθόν, αφού Βρετανοί άποικοι έφτασαν στη γη αυτή στα μέσα του 19ου αιώνα και πήραν με το έτσι θέλω εκτάσεις και περιοχές των ιθαγενών του τόπου, των Μάορι. Με αφορμή τη σταυροφορία που ξεκινάει ο κατά συρροή δολοφόνος, μαθαίνουμε πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον τρόπο κατάκτησης της χώρας από τον πανίσχυρο τότε βρετανικό στρατιωτικό μηχανισμό αλλά και για τη φυλή των Μάορι. Βία, δολιότητα και όπλα ήρθαν να κατακτήσουν ανθρώπους που σέβονται το περιβάλλον, μαθαίνουν τα μυστικά των φυτών και του δάσους, είναι ευγενείς και φιλήσυχοι, έχουν μια ιδιαίτερη γλώσσα, την te reo και έχουν δημιουργήσει πολύτιμες για την ανθρωπολογία πολιτισμικές ταυτότητες, όπως το τατουάζ tā moko, το καθένα τους διακριτό και μοναδικό σαν DNA, που λέει την ιστορία της καταγωγής του ατόμου που το φέρει, τα επιτεύγματά του, το κύρος του.
Η υπαστυνόμος Χάνα Γουέστερμαν, ντετέκτιβ στο Τμήμα Διερεύνησης Εγκλημάτων του Όκλαντ, λατρεύει να απασχολεί το μυαλό της με τον κήπο στο πίσω μέρος του σπιτιού της, αντιμετωπίζει άμεσα και χωρίς δισταγμό τα προβλήματα κι έχει χαράξει μια καλή πορεία στο αστυνομικό σώμα. Μάορι η ίδια, παλεύει με την προκατάληψη σε ένα Σώμα όπου κατατάσσονται άνθρωποι κάθε είδους προερχόμενοι από διαφορετικά περιβάλλοντα, μεγάλωσε σ� ένα χωριό «δέκα χιλιόμετρα νότια από το πουθενά» και ήρθε στη μεγάλη πόλη όταν ένιωσε να ασφυκτιά. Τα πάντα άλλαξαν στη ζωή της περίπου δέκα χρόνια πριν, όταν στο όρος Σάφοκ έλαβε χώρα μια μεγάλη διαδήλωση με τη φυλή των Μάορι να θέλει να της επιστρέψει τη γη το Υπουργείο Άμυνας. Τελικά, η αστυνομία εκκένωσε με βία τον πρόχειρο καταυλισμό της διεκδίκησης, προτάσσοντας Μάορι αστυνομικούς, ανάμεσά τους και τη Χάνα στα πρώτα βήματα της καριέρας της. «…� ιστορία σου, το υπόβαθρό σου, τα πράγματα που διδάχτηκες…δε� έχουν καμία σημασία. Είσαι ένα άτομο με στολή. Και ένα κλομπ. Αυτό είναι το μόνο που μετράει» (σελ. 124). Γιατί δεν είπε «όχι» στους ανωτέρους της; Γιατί έγινε μέρος της μάζας; Είχε πράγματι επιλογή ή όχι; Αυτό λοιπόν ήταν ένα γεγονός που την πλήγωσε βαθιά, την απόκοψε από τους δικούς της και την πείσμωσε να ανέλθει ιεραρχικά στην καριέρα της: «…� δουλειά που γεννήθηκες να κάνεις σε πληγώνει. Σε πληγώνει βαθιά. Όμως επειδή είναι το πεπρωμένο σου� βρίσκεις κάποιον τρόπο να ζήσεις με την πληγή. Βρίσκεις κάποιον τρόπο να ζήσεις τραυματισμένη» (σελ. 140). Η φυλή της την αντιμετωπίζει ως Kūpapa, όπως ονομάστηκαν οι Μάορι που συνεργάστηκαν με τους Βρετανούς αποίκους εναντίον της φυλής τους, να όμως που η υπόθεση που αναλαμβάνει την αναγκάζει να γυρίσει πίσω ώστε να βρει τον ένοχο.
Η δεκαεπτάχρονη κόρη της, Άντισον, μια μελαχρινή γαζέλα, είναι τραγουδίστρια της ραπ και πρωτοετής στο πανεπιστήμιο, όπου σπουδάζει μουσική και πολιτικές επιστήμες. Μετακόμισε στου πατέρα της που είναι πιο κοντά στο πανεπιστήμιο αλλά και γιατί τον αγαπάει περισσότερο, εκείνον επέλεξε όταν οι γονείς της χώρισαν. Ανατράφηκε με το μότο «το σώμα μου, το μυαλό μου, οι επιλογές μου», κάτι που της εμφύσησαν οι γονείς της. Ξέρει για τον εποικισμό του 19ου αιώνα και τη συνεπακόλουθη αδικία κατά της φυλής της και αντιδρά μέσω της μουσικής. Τραγουδάει και μιλάει για όλα αυτά που δεν έχει βιώσει η ίδια, που τα ξέρει μόνο θεωρητικά, επομένως κάνει κάτι αλλά πάντα παρορμητικό, όπως η ηλικία της. Μετατρέπει τομ θυμό σε δράση αλλά τι θα συμβεί όταν συναντήσει τον λάθος άνθρωπο που θα τη μετατρέψει σε φερέφωνό του και ενστερνιστεί τις δικές του απόψεις επ� αυτού; Ο πιο δικός της άνθρωπος, το παρεάκι της, είναι το +1 που αυτοπροσδιορίζεται ως non-binary και μεταξύ τους συμβαίνουν πολλά. Ο πατέρας της Άντισον, Τζέι Χάμιλτον, είναι επιθεωρητής της αστυνομίας του Όκλαντ και επικεφαλής μιας από τις μεγαλύτερες και πιο δραστήριες μονάδες της Αστυνομίας της Νέας Ζηλανδίας. Είναι ασυμβίβαστος, δίκαιος, με μηδενική ανοχή για ανοησίες και κάποιες αναπάντεχες εξελίξεις που τρέχουν παράλληλα με την υπόθεση που ερευνά η πρώην γυναίκα του βάζουν μετά από καιρό τη σχέση τους σε κρίση, αφήνοντας τη δουλειά να μπει «επιτέλους» ανάμεσά τους. Πώς θα το χειριστούν;
Ένας άντρας λοιπόν βρίσκεται κρεμασμένος με τελετουργικό τρόπο σ� ένα κρυφό δωμάτιο ενός παρατημένου κτηρίου. Στη συνέχεια, ένας δεύτερος, φαινομενικά άσχετος φόνος, αποκαλύπτει τη σύνδεση μ� ένα έγκλημα που διαπράχθηκε εκατόν εξήντα χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια του εποικισμού της Νέας Ζηλανδίας. Όσο τα πτώματα αυξάνονται, τόσο η Χάνα προσπαθεί να βρει τη λύση του μυστηρίου, έχοντας στο πλάι της ως βοηθό τον αστυφύλακα Σταν Ρίορνταν, έναν έξυπνο ντετέκτιβ που μαθαίνει γρήγορα κι έχει καταλάβει πως η πραγματική ζωή δεν έχει σχέση με όσα έμαθε στη σχολή της αστυνομίας. Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο μπαίνουμε όλο και πιο βαθιά στην ιστορία των Μάορι, γνωρίζουμε καλύτερα την κουλτούρα και τη στάση ζωής τους ενώ η Χάνα μπλέκεται περισσότερο με ένα παρελθόν για το οποίο είναι περήφανη αλλά στο οποίο δεν έχει θέση. Σύντομα, η υπόθεση γίνεται προσωπική κι αυτό πυροδοτεί τις εξελίξεις, κορυφώνοντας την αγωνία για το επόμενο χτύπημα του δολοφόνου και την τελική κατάληξη. Παρ� όλ� αυτά, δεν έχουμε έναν στυγνό, αιμοσταγή τρελαμένο δολοφόνο αλλά έναν άνθρωπο που σκοτώνει «με τιμή» κι έχει σχεδιάσει τα πάντα με προσοχή και πιστότητα στο αρχικό πλάνο. Πριν ή μετά από κάθε φόνο γνωρίζουμε την ψυχολογία και τον τρόπο σκέψης του, τι αισθήματα του αφήνει το κάθε έγκλημα, την πάλη που διεξάγεται μέσα του μεταξύ της βασανιστικής αθέλητης αντίδρασης του σώματός του στις αποφάσεις που πήρε η ανώτερη λογική του. Μου άρεσε πολύ όπως παρουσιάστηκε η λεπτή γραμμή ανάμεσα στο όραμα και στην εκδίκηση, με τον δολοφόνο να παραπαίει ανάμεσα στα δύο κι έτσι μπαίνει κι ο αναγνώστης στο δίλημμα: να πάρουμε τον νόμο στα χέρια μας ή να αποφανθεί η δικαιοσύνη; Ναι αλλά μιλάμε για μεγάλο πρόβλημα του ρατσισμού εναντίον των Μάορι στη Νέα Ζηλανδία: κατώτεροι μισθοί, μικρότερη πρόσβαση σε περίθαλψη και εκπαίδευση, μικρότερο προσδόκιμο ζωής. Ο δράστης πιστεύει πως πρέπει να πάψουν να σκύβουν το κεφάλι και να επιστρέψουν στο utu, στην εκδίκηση, είναι όμως αυτό η λύση;
Το «Καλύτερα το αίμα» του Michael Bennett είναι ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα καταιγιστικής δράσης, αποκαλύψεων και ανατροπών που φέρνει στο φως την ιστορική αδικία εις βάρος ενός λαού για τον οποίο ελάχιστα ξέρουμε σε μια χώρα που την έχουμε στο μυαλό μας απλώς ως ειδυλλιακό καταφύγιο. Κάτω από το χώμα της σιγοβράζει μια ιστορική αδικία αιώνων και ο δολοφόνος του βιβλίου πρεσβεύει πως: «Καλύτερα το αίμα αθώων, παρά καθόλου αίμα. Και το χρέος δε μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου. Ένα χρέος εξαφανίζεται μόνο όταν εντέλει αποκατασταθεί η ισορροπία» (σελ. 109). Η Χάνα Γουέστερμαν θα αναλάβει μια υπόθεση που θα την αναγκάσει να στραφεί στο δικό της παρελθόν, να θέσει σε νέες βάσεις τη ζωή της και τελικά να προσπαθήσει να σώσει τον εαυτό της και την οικογένειά της όταν η ιστορία γίνεται πολύ προσωπική.
Πρώτη δημοσίευση στο site μου:
Το πρώτο μυθιστόρημα με πρωταγωνίστρια την ντετέκτιβ Χάνα Γουέστερμαν έχει όλα τα συστατικά ενός καλογραμμένου βιβλίου: ένταση, σασπένς, ανθρωποκυνηγητό, εκπλήξεις μα πάνω απ� όλα μια ενδιαφέρουσα κεντρική ιδέα και ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Η δράση εκτυλίσσεται στο Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας, ένα μέρος χτισμένο στο πεδίο ενός ενεργού ηφαιστείου και γεμάτο από μια μοναδική ατμόσφαιρα: το κατοικεί ένα μείγμα από φυλές και θρησκείες, νέοι πρόσφυγες που γίνονται δεκτοί από προβληματικές ζώνες σε όλο τον κόσμο, «περισσότερες από διακόσιες εθνικότητες και θρησκείες που τώρα αποκαλούν τη Νέα Ζηλανδία σπίτι τους». Είναι γραφικό και γεμάτο ζωντάνια αλλά κουβαλάει και ένα βαρύ παρελθόν, αφού Βρετανοί άποικοι έφτασαν στη γη αυτή στα μέσα του 19ου αιώνα και πήραν με το έτσι θέλω εκτάσεις και περιοχές των ιθαγενών του τόπου, των Μάορι. Με αφορμή τη σταυροφορία που ξεκινάει ο κατά συρροή δολοφόνος, μαθαίνουμε πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον τρόπο κατάκτησης της χώρας από τον πανίσχυρο τότε βρετανικό στρατιωτικό μηχανισμό αλλά και για τη φυλή των Μάορι. Βία, δολιότητα και όπλα ήρθαν να κατακτήσουν ανθρώπους που σέβονται το περιβάλλον, μαθαίνουν τα μυστικά των φυτών και του δάσους, είναι ευγενείς και φιλήσυχοι, έχουν μια ιδιαίτερη γλώσσα, την te reo και έχουν δημιουργήσει πολύτιμες για την ανθρωπολογία πολιτισμικές ταυτότητες, όπως το τατουάζ tā moko, το καθένα τους διακριτό και μοναδικό σαν DNA, που λέει την ιστορία της καταγωγής του ατόμου που το φέρει, τα επιτεύγματά του, το κύρος του.
Η υπαστυνόμος Χάνα Γουέστερμαν, ντετέκτιβ στο Τμήμα Διερεύνησης Εγκλημάτων του Όκλαντ, λατρεύει να απασχολεί το μυαλό της με τον κήπο στο πίσω μέρος του σπιτιού της, αντιμετωπίζει άμεσα και χωρίς δισταγμό τα προβλήματα κι έχει χαράξει μια καλή πορεία στο αστυνομικό σώμα. Μάορι η ίδια, παλεύει με την προκατάληψη σε ένα Σώμα όπου κατατάσσονται άνθρωποι κάθε είδους προερχόμενοι από διαφορετικά περιβάλλοντα, μεγάλωσε σ� ένα χωριό «δέκα χιλιόμετρα νότια από το πουθενά» και ήρθε στη μεγάλη πόλη όταν ένιωσε να ασφυκτιά. Τα πάντα άλλαξαν στη ζωή της περίπου δέκα χρόνια πριν, όταν στο όρος Σάφοκ έλαβε χώρα μια μεγάλη διαδήλωση με τη φυλή των Μάορι να θέλει να της επιστρέψει τη γη το Υπουργείο Άμυνας. Τελικά, η αστυνομία εκκένωσε με βία τον πρόχειρο καταυλισμό της διεκδίκησης, προτάσσοντας Μάορι αστυνομικούς, ανάμεσά τους και τη Χάνα στα πρώτα βήματα της καριέρας της. «…� ιστορία σου, το υπόβαθρό σου, τα πράγματα που διδάχτηκες…δε� έχουν καμία σημασία. Είσαι ένα άτομο με στολή. Και ένα κλομπ. Αυτό είναι το μόνο που μετράει» (σελ. 124). Γιατί δεν είπε «όχι» στους ανωτέρους της; Γιατί έγινε μέρος της μάζας; Είχε πράγματι επιλογή ή όχι; Αυτό λοιπόν ήταν ένα γεγονός που την πλήγωσε βαθιά, την απόκοψε από τους δικούς της και την πείσμωσε να ανέλθει ιεραρχικά στην καριέρα της: «…� δουλειά που γεννήθηκες να κάνεις σε πληγώνει. Σε πληγώνει βαθιά. Όμως επειδή είναι το πεπρωμένο σου� βρίσκεις κάποιον τρόπο να ζήσεις με την πληγή. Βρίσκεις κάποιον τρόπο να ζήσεις τραυματισμένη» (σελ. 140). Η φυλή της την αντιμετωπίζει ως Kūpapa, όπως ονομάστηκαν οι Μάορι που συνεργάστηκαν με τους Βρετανούς αποίκους εναντίον της φυλής τους, να όμως που η υπόθεση που αναλαμβάνει την αναγκάζει να γυρίσει πίσω ώστε να βρει τον ένοχο.
Η δεκαεπτάχρονη κόρη της, Άντισον, μια μελαχρινή γαζέλα, είναι τραγουδίστρια της ραπ και πρωτοετής στο πανεπιστήμιο, όπου σπουδάζει μουσική και πολιτικές επιστήμες. Μετακόμισε στου πατέρα της που είναι πιο κοντά στο πανεπιστήμιο αλλά και γιατί τον αγαπάει περισσότερο, εκείνον επέλεξε όταν οι γονείς της χώρισαν. Ανατράφηκε με το μότο «το σώμα μου, το μυαλό μου, οι επιλογές μου», κάτι που της εμφύσησαν οι γονείς της. Ξέρει για τον εποικισμό του 19ου αιώνα και τη συνεπακόλουθη αδικία κατά της φυλής της και αντιδρά μέσω της μουσικής. Τραγουδάει και μιλάει για όλα αυτά που δεν έχει βιώσει η ίδια, που τα ξέρει μόνο θεωρητικά, επομένως κάνει κάτι αλλά πάντα παρορμητικό, όπως η ηλικία της. Μετατρέπει τομ θυμό σε δράση αλλά τι θα συμβεί όταν συναντήσει τον λάθος άνθρωπο που θα τη μετατρέψει σε φερέφωνό του και ενστερνιστεί τις δικές του απόψεις επ� αυτού; Ο πιο δικός της άνθρωπος, το παρεάκι της, είναι το +1 που αυτοπροσδιορίζεται ως non-binary και μεταξύ τους συμβαίνουν πολλά. Ο πατέρας της Άντισον, Τζέι Χάμιλτον, είναι επιθεωρητής της αστυνομίας του Όκλαντ και επικεφαλής μιας από τις μεγαλύτερες και πιο δραστήριες μονάδες της Αστυνομίας της Νέας Ζηλανδίας. Είναι ασυμβίβαστος, δίκαιος, με μηδενική ανοχή για ανοησίες και κάποιες αναπάντεχες εξελίξεις που τρέχουν παράλληλα με την υπόθεση που ερευνά η πρώην γυναίκα του βάζουν μετά από καιρό τη σχέση τους σε κρίση, αφήνοντας τη δουλειά να μπει «επιτέλους» ανάμεσά τους. Πώς θα το χειριστούν;
Ένας άντρας λοιπόν βρίσκεται κρεμασμένος με τελετουργικό τρόπο σ� ένα κρυφό δωμάτιο ενός παρατημένου κτηρίου. Στη συνέχεια, ένας δεύτερος, φαινομενικά άσχετος φόνος, αποκαλύπτει τη σύνδεση μ� ένα έγκλημα που διαπράχθηκε εκατόν εξήντα χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια του εποικισμού της Νέας Ζηλανδίας. Όσο τα πτώματα αυξάνονται, τόσο η Χάνα προσπαθεί να βρει τη λύση του μυστηρίου, έχοντας στο πλάι της ως βοηθό τον αστυφύλακα Σταν Ρίορνταν, έναν έξυπνο ντετέκτιβ που μαθαίνει γρήγορα κι έχει καταλάβει πως η πραγματική ζωή δεν έχει σχέση με όσα έμαθε στη σχολή της αστυνομίας. Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο μπαίνουμε όλο και πιο βαθιά στην ιστορία των Μάορι, γνωρίζουμε καλύτερα την κουλτούρα και τη στάση ζωής τους ενώ η Χάνα μπλέκεται περισσότερο με ένα παρελθόν για το οποίο είναι περήφανη αλλά στο οποίο δεν έχει θέση. Σύντομα, η υπόθεση γίνεται προσωπική κι αυτό πυροδοτεί τις εξελίξεις, κορυφώνοντας την αγωνία για το επόμενο χτύπημα του δολοφόνου και την τελική κατάληξη. Παρ� όλ� αυτά, δεν έχουμε έναν στυγνό, αιμοσταγή τρελαμένο δολοφόνο αλλά έναν άνθρωπο που σκοτώνει «με τιμή» κι έχει σχεδιάσει τα πάντα με προσοχή και πιστότητα στο αρχικό πλάνο. Πριν ή μετά από κάθε φόνο γνωρίζουμε την ψυχολογία και τον τρόπο σκέψης του, τι αισθήματα του αφήνει το κάθε έγκλημα, την πάλη που διεξάγεται μέσα του μεταξύ της βασανιστικής αθέλητης αντίδρασης του σώματός του στις αποφάσεις που πήρε η ανώτερη λογική του. Μου άρεσε πολύ όπως παρουσιάστηκε η λεπτή γραμμή ανάμεσα στο όραμα και στην εκδίκηση, με τον δολοφόνο να παραπαίει ανάμεσα στα δύο κι έτσι μπαίνει κι ο αναγνώστης στο δίλημμα: να πάρουμε τον νόμο στα χέρια μας ή να αποφανθεί η δικαιοσύνη; Ναι αλλά μιλάμε για μεγάλο πρόβλημα του ρατσισμού εναντίον των Μάορι στη Νέα Ζηλανδία: κατώτεροι μισθοί, μικρότερη πρόσβαση σε περίθαλψη και εκπαίδευση, μικρότερο προσδόκιμο ζωής. Ο δράστης πιστεύει πως πρέπει να πάψουν να σκύβουν το κεφάλι και να επιστρέψουν στο utu, στην εκδίκηση, είναι όμως αυτό η λύση;
Το «Καλύτερα το αίμα» του Michael Bennett είναι ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα καταιγιστικής δράσης, αποκαλύψεων και ανατροπών που φέρνει στο φως την ιστορική αδικία εις βάρος ενός λαού για τον οποίο ελάχιστα ξέρουμε σε μια χώρα που την έχουμε στο μυαλό μας απλώς ως ειδυλλιακό καταφύγιο. Κάτω από το χώμα της σιγοβράζει μια ιστορική αδικία αιώνων και ο δολοφόνος του βιβλίου πρεσβεύει πως: «Καλύτερα το αίμα αθώων, παρά καθόλου αίμα. Και το χρέος δε μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου. Ένα χρέος εξαφανίζεται μόνο όταν εντέλει αποκατασταθεί η ισορροπία» (σελ. 109). Η Χάνα Γουέστερμαν θα αναλάβει μια υπόθεση που θα την αναγκάσει να στραφεί στο δικό της παρελθόν, να θέσει σε νέες βάσεις τη ζωή της και τελικά να προσπαθήσει να σώσει τον εαυτό της και την οικογένειά της όταν η ιστορία γίνεται πολύ προσωπική.
Πρώτη δημοσίευση στο site μου:
Sign into ŷ to see if any of your friends have read
Καλύτερα Το Αίμα.
Sign In »
Reading Progress
Started Reading
March 1, 2025
– Shelved
March 1, 2025
–
Finished Reading