Αλκυόνη Παπαδάκη
![]() |
Το χρώμα του φεγγαριού
by
10 editions
—
published
1991
—
|
|
![]() |
Σκισμένο ψαθάκι
2 editions
—
published
1993
—
|
|
![]() |
Σαν χειμωνιάτικη λιακάδα
3 editions
—
published
1999
—
|
|
![]() |
Βαρκάρισσα της χίμαιρας
2 editions
—
published
2001
—
|
|
![]() |
Το ταξίδι που λέγαμε...
by
4 editions
—
published
2007
—
|
|
![]() |
Η μπόρα
3 editions
—
published
1989
—
|
|
![]() |
Αν ήταν όλα... αλλιώς
2 editions
—
published
2009
—
|
|
![]() |
Τι σου είναι η αγάπη τελικά...
2 editions
—
published
2011
—
|
|
![]() |
Το χαμόγελο του δράκου
—
published
2018
|
|
![]() |
Οι κάργιες
2 editions
—
published
1997
—
|
|
“Είναι κάτι νύχτες, που τ' αστέρια κατεβαίνουνε χαμηλά.
Που λιώνει το φεγγάρι και νοτίζει την ψυχή σου.
Είναι κάτι νύχτες, που όλα σιγοτραγουδούν. Ακόμα κι οι πέτρες. Και τα ξερά κλαδιά.
Αυτές τις νύχτες προτιμά να σε θυμάται η μοναξιά σου.
Κι έρχεται ακάλεστη. Χωρίς να χτυπήσει ούτε καν την πόρτα, να ρωτήσει αν δέχεσαι επισκέψεις. Χωρίς να κρατά η αφιλότιμη, ούτ' ένα λουλουδάκι. Ούτ' ένα γλυκό, μπας και σε ξεγελάσει.
Θρονιάζεται στην ψυχή σου κι ανάβει προκλητικά το τσιγαράκι της.
«Αυτάααα! Πού είχαμε μείνει;»
Σου λέει μ' όλο το θράσος της και σε κοιτά κατάματα.”
―
Που λιώνει το φεγγάρι και νοτίζει την ψυχή σου.
Είναι κάτι νύχτες, που όλα σιγοτραγουδούν. Ακόμα κι οι πέτρες. Και τα ξερά κλαδιά.
Αυτές τις νύχτες προτιμά να σε θυμάται η μοναξιά σου.
Κι έρχεται ακάλεστη. Χωρίς να χτυπήσει ούτε καν την πόρτα, να ρωτήσει αν δέχεσαι επισκέψεις. Χωρίς να κρατά η αφιλότιμη, ούτ' ένα λουλουδάκι. Ούτ' ένα γλυκό, μπας και σε ξεγελάσει.
Θρονιάζεται στην ψυχή σου κι ανάβει προκλητικά το τσιγαράκι της.
«Αυτάααα! Πού είχαμε μείνει;»
Σου λέει μ' όλο το θράσος της και σε κοιτά κατάματα.”
―
“«-Εγώ την τρέλα μου την φοράω καπέλο, μεγάλε. Δεν την αφήνω να μου γίνει θηλιά. Κι όσο για την παράγκα μου, μόλις δω πως πιάνει κοριούς, ανάβω ένα σπίρτο και την καίω. Δεν το ‘χ� για τίποτα. ‘’Πόσ� κάνει;’� Λέω στη μοίρα μου. Τι χρωστάω; Τόσο� Μου λέει. Παρ� τα και δίνε του. Έχω ένα ραντεβουδάκι με την επόμενη μέρα…�”
―
―
“Να είχα, λέει, μιαν αγάπη σαν αλάνα... Να κυλιόμουνα μέσα της, να ‘καν� τούμπες, να ‘πλωνα την αρίδα μου να λιαζόμουνα... Να ‘ρχόνταν� τα όνειρά μου σαν τις κάργιες να φτεροκοπούν πάνω από το κεφάλι μου. Βαρέθηκα να χώνω τη ρημάδα την ψυχή μου στα ντουλάπια και να της κρεμώ αρωματικά σακουλάκια να μην τη φάει ο σκόρος. Βαρέθηκα να περπατώ με την πλάτη κολλημένη στα ντουβάρια, γιατί νιώθω γύρω μου το θόρυβο από τα μαχαίρια που ακονίζονται. Είναι πολύ, ρε σεις, αυτό που ονειρεύτηκα; Μιαν αγάπη λέω, σαν αλάνα. Ν� απλώσω την αρίδα μου να λιαστώ.”
―
―
Is this you? Let us know. If not, help out and invite Αλκυόνη to ŷ.