Πάει λίγος καιρός που τελείωσα το "Fight Club" τού Τσακ Πάλανικ (Chuck Palahniuk). Είχα δει την ταινία πριν μερικά χρόνια και μου είχε αρέσει αληθινά Πάει λίγος καιρός που τελείωσα το "Fight Club" τού Τσακ Πάλανικ (Chuck Palahniuk). Είχα δει την ταινία πριν μερικά χρόνια και μου είχε αρέσει αληθινά πολύ και εξίσου μού άρεσε, τελικά, και το βιβλίο.
Το Fight Club είναι ένα έργο μοντέρνο σε όλα του. Η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο, απλή, δίχως λυρισμούς, ιδιότυπη, άμεση και αποτελεσματική. Η πλοκή είναι πλούσια κι ιδιαίτερη, σύγχρονη με πολλές μοναδικές συλλήψεις και απρόσμενο τέλος. Όμως το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό τού Fight Club είναι η φιλοσοφία που αποτελεί την ραχοκοκαλιά τού έργου, μια φιλοσοφία σύγχρονη, κυνική, ανδροστραφής, ανορθόδοξη, ανανεωτική, ένα δριμύ ουαί στον καπιταλιστικό βόλεμα τού σύγχρονου αστού, μια βουτιά μέσα στα ένστικτα και την σκοτεινή πλευρά τής ανθρώπινης, και δει τής ανδρικής, φύσης.
Η πλοκή είναι αρκετά γνωστή, λόγω τής ταινίας: ο αφηγητής υποφέρει από αϋπνία και αρχίζει επισκέψεις σε διάφορες ομάδες υποστήριξης αρρώστων όπως καρκινοπαθών κτλ. και παρότι ο ίδιος δεν υποφέρει από κάποια τέτοια αρρώστια, η συμμετοχή του σε αυτές τον κάνει να νιώθει καλύτερα. Μέχρι που μια μέρα συναντά εκεί την Μάρλα Σίνγκερ που, όπως κι αυτός, μοναχά παριστάνει πως είναι άρρωστη κι η παρουσία της αυτή τον κάνει να μην μπορεί πια να ξεφύγει.
Παράλληλα συναντά τον Τάιλερ Ντέρντεν κι όταν μια ανεξήγητη έκρηξη τινάζει το διαμέρισμά του στο αέρα, πάει και συγκατοικεί μαζί του. Οι δυο τους στήνουν το Fight Club, την λέσχη όπου άντρες συναντιούνται και παίζουν ξύλο, ματώνουν, εκτονώνονται και φεύγουν ευτυχισμένοι. Μόνο που ο Τάιλερ δεν θα σταματήσει εκεί αλλά θα το πηγαίνει όλο και πιο πέρα, θα το τραβάει όλο και πιο στην άκρη, στον κίνδυνο, στην καταστροφή, και πού θα είναι τελικά το τέρμα;
Η αγγλική έκδοση που έχω σκληρόδετη, με ωραία γραμματοσειρά και ασύμμετρο κόψιμο στις σελίδες και θα ήταν εξαιρετική αν δεν είχε κακό δέσιμο και ήδη βλέπω μερικές σελίδες χαλαρές δίχως να έχει καταπονηθεί καθόλου το βιβλίο.
[image]
Η ταινία, που γυρίστηκε το 1999, είναι εξαίρετη και πολύ πιστή στο βιβλίο. Καί οι τρεις πρωταγωνιστές, Μπραντ Πιτ, Έντουαρντ Νόρτον και Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, ενσαρκώνουν πολύ ταιριαστά τους ρόλους τους. Και φυσικά υπάρχει αρκετή βία καθώς αυτό είναι ένα από τα θέματα τού βιβλίου. Όποιος θέλει μπορεί να ρίξει μια ματιά στο τρέιλερ.
Πιστεύω πως βιβλίο και ταινία είναι κορυφαίες επιδόσεις, από αυτά τ' αξιόλογα που θα κληροδοτήσει η σύγχρονη τέχνη στο αύριο.
Ο Πιραντέλο έχει κινηθεί μέσα σε διαφορετικά λογοτεχνικά είδη κι έχει παραδώσει καλά θεατρικά, μυθιστορήματα αλλά και διηγήματα. Τα διηγήματά του είναΟ Πιραντέλο έχει κινηθεί μέσα σε διαφορετικά λογοτεχνικά είδη κι έχει παραδώσει καλά θεατρικά, μυθιστορήματα αλλά και διηγήματα. Τα διηγήματά του είναι ρεαλιστικές ιστορίες που σκιαγραφούν την ανθρώπινη ψυχή, όμοια με αυτά τού Μοπασάν ακόμα και στην έκταση.
Διαπιστώνει κανείς αυτήν την λογοτεχνική ευφυΐα που ακόμα κι ένα απλό, κι ενδεχομένως αδιάφορο περιστατικό, μπορεί να το μεταμορφώσει σε καλό ανάγνωσμα. Ευφυΐα που πιστοποιείται κι από ένα όμορφο, λεπτό χιούμορ.
-=-=-=-=-=
Η Σιντόρα έτρεξε τρομαγμένη. Όμως εκείνος τη σταμάτησε μ' ένα νεύμα των χεριών. Ένα κύμα ανέβαινε από μέσα του, ασταμάτητο, και τον εμπόδιζε να μιλήσει. Ψελλίζοντας προσπαθούσε να το απωθήσει. Πάλευε με τ' αναφιλητά του, μ' ένα φριχτό γουργούρισμα στο λαρύγγι. Και είχε όψη χλωμή, ταραγμένη, ωχρή. Τα μάτια του ήταν θολά και σκοτεινά, μέσα τους, πίσω απ' την τρέλα, ξεχώριζε ένας φόβος σχεδόν παιδιάτικος κι ωστόσο φανερός, απέραντος. Με τα χέρια εξακολουθούσε να της κάνει νόημα να προσέχει κα να μη φοβάται και να μείνει μακριά του. Στο τέλος, με φωή που δεν ήταν πια η δική του, της είπε: - Μέσα... κλειδώσου μέσα... καλά... Μη φοβάσαι... Αν χτυπάω, αν τραντάζω την πόρτα και τη γδέρνω και φωνάζω... μη φοβηθείς... μην ανοίξεις... Τίποτα... Πήγαινε! Πήγαινε!
από το διήγημα "Male di Luna"
-=-=-=-=-=
Το 1984 οι αδερφοί Ταβιάνη γυρίσαν την ταινία "Kaos" βασισμένη σε ορισμένα διηγήματα τού Πιραντέλο.
Πρόκειται για την εσωτερική πάλη ενός πατέρα, τού Μπερντ, που η γυναίκα του γεννάει ένα παιδί με μια σημαντική ανωμαλία στο κεφάλι. Ο Μπερντ βρίσκει κΠρόκειται για την εσωτερική πάλη ενός πατέρα, τού Μπερντ, που η γυναίκα του γεννάει ένα παιδί με μια σημαντική ανωμαλία στο κεφάλι. Ο Μπερντ βρίσκει καταφύγιο και υποστήριξη σε μια ερωμένη και το βιβλίο έχει και σκηνές σεξ.
Παρότι μέχρι πρότινος εάν έβλεπα πως μια ιστορία δεν μου αρέσει άφηνα το βιβλίο στην άκρη για να δοκιμάσω κάτι άλλο, τελευταία πήρα απόφαση να το παλεύω λίγο παραπάνω και μια τέτοια περίπτωση ήταν κι αυτό εδώ.
Υπάρχουν σημαντικά σημεία στην πλοκή που δεν εξηγούνται, τουλάχιστον σε εμένα, και έτσι δεν με πείθουν με αποτέλεσμα να με χάνει η ιστορία. Το πιο σημαντικό είναι το ίδιο το κεντρικό θέμα (και ο τίτλος) τού βιβλίου! Δεν μπορώ να καταλάβω, και αληθινά δεν εξηγείται πουθενά, γιατί το άρρωστο παιδί είναι η προσωπική υπόθεση τού πατέρα και όχι καί των δυο γονιών, την στιγμή μάλιστα που ο πατέρας φαίνεται πως είναι κάπως αποστασιοποιημένος και π.χ. στην αρχή, όταν η γυναίκα του γεννά, αυτός βρίσκεται αλλού δίχως κανέναν προφανή σημαντικό λόγο, κάνει ψώνια και παίζει ηλεκτρονικά, και απλά παίρνει τηλέφωνο να δει αν γέννησε. Έπειτα οι γιατροί κρύβουν την ανωμαλία από την μητέρα, και απορώ πώς είναι αυτό δυνατόν, και ο Μπερτ κάνει του κεφαλιού του, ουσιαστικά δίχως καν να ενημερώνει την μητέρα. Διάβασα πως ο Όε είχε μια προσωπική, σχετική εμπειρία οπότε δεν μπορείς παρά να αναρωτιέσαι εάν όλα αυτά είναι τελικά απλά θέμα μιας πολύ διαφορετικής κουλτούρας από την δική μας.
Παρεμπιπτόντως, το συγκεκριμένο θέμα το θυμάμαι να δίνεται πολύ πιο ρεαλιστικά στην ταινία "Το Στίγμα" (1982) με τον Αντώνη Καφετζόπουλο και την Όλια Λαζαρίδου, όπου μάλιστα δρομολογείται η ίδια λύση, απλά εκεί δεν είναι προσωπική υπόθεση αλλά υπόθεση τού ζευγαριού, όπως θα περίμενε κανείς.
Πίσω όμως στο βιβλίο. Όσον αφορά το ύφος υπάρχει μια έντονη και... ενδιαφέρουσα χρήση μεταφορών και παρομοιώσεων. Διαβάζοντας την πρώτη παράγραφο τού βιβλίου δεν μπόρεσα να μην χαμογελάσω. Προσέξτε:
Κοιτάζοντας το χάρτη της Αφρικής που ήταν τοποθετημένος στην προθήκη με την υπεροπτική κομψότητα ελαφιού [...] Νύχτωνε και ο πυρετός του πρόωρου καλοκαιριού, σαν θερμοκρασία νεκρού γίγαντα, είχε χαθεί τελείως από την ατμόσφαιρα.
Δικές μου οι υπογραμμίσεις. Φαντάζομαι πως όλα αυτά ακούγονται πολύ πιο νορμάλ στα Γιαπωνέζικα.
Οι παρομοιώσεις ακατάπαυστες όπως: "Τρεις καρακάξες πρόβαλαν μπροστά του, θρασείς σαν αλανιάρες γάτες..." κι αναρωτιέμαι αν παρουσιάζοντας τρεις γάτες αλλού, μ' αυτήν την συνεχή ανάγκη για παρομοιώσεις, δεν τις βλέπαμε "θρασείς σαν αλανιάρες καρακάξες"
Ή, κοντά το ένα με το άλλο: "Είδε τις ασημένιες σταγόνες του νερού κολλημένες σαν ψείρες..." και "Σταγόνες βροχής που σφύριζαν σαν σφαίρες..." δηλ. οι σταγόνες τής βροχής πάντα θα μοιάζουν με κάτι άλλο.
Ή, μετά το ξύρισμα: "...αλλά το πρόσωπό του, από τα μάγουλα ως το σαγόνι του, ήταν γυαλιστερό και ρόδινο σαν κοιλιά πέστροφας" και σκέφτομαι πως ενώ ξέρω πολύ καλά πώς είναι ένα γυαλιστερό, ξυρισμένο μάγουλο, δεν έχω ιδέα πώς είναι μια κοιλιά πέστροφας. Φαντάζομαι σαν... γυαλιστερό, ξυρισμένο μάγουλο! :p
Γενικώς, όλον αυτόν τον γεμάτο μεταφορές και ιδιαίτερες παρομοιώσεις λόγο καθώς και τα ακατανόητα σημεία τής υπόθεσης τα αποδίδω στην ιδιαίτερη και διαφορετική γιαπωνέζικη κουλτούρα. Δεν μπορώ να πω πως ήταν ένα κακό βιβλίο. Απλά εμένα δεν με κέρδισε.
Διάβασα τον "Νάνο" και είναι, πράγματι, ένα πολύ καλό βιβλίο.
Πρόκειται για τον μονόλογο ενός νάνου, αυλικού κάποιου Ιταλού πρίγκιπα σε κάποια παρελθούΔιάβασα τον "Νάνο" και είναι, πράγματι, ένα πολύ καλό βιβλίο.
Πρόκειται για τον μονόλογο ενός νάνου, αυλικού κάποιου Ιταλού πρίγκιπα σε κάποια παρελθούσα εποχή. Ένας νάνος κακός και κυνικός που μας εξιστορεί για τον πρίγκιπα του και για έναν πόλεμο με ξεκινά με κάποιον γείτονα.
Σκέφτομαι πως όταν η φύση έχει φανεί κακιά μαζί σου είναι αρκετά λογικό να κακιώνεις κι εσύ και πράγματι αυτός ο νάνος μοιάζει να μισεί τα πάντα κι ιδιαίτερα τούς ανθρώπους και όλα όσα αυτοί συνηθίζουν όπως το γέλιο και τον έρωτα.
Ο κυνισμός τού νάνου είναι ανεκδιήγητος, για παράδειγμα:
«Ο έρωτας είναι πάντοτε αηδιαστικός, αλλά ο έρωτας μεταξύ αυτών των δύο, που είναι ακόμη αθώα παιδάρια, μου φάνηκε το πιο αντιπαθητικό θέαμα που έχω αντικρίσει στη ζωή μου. Μόνο που τους έβλεπα, φλεγόμουν από οργή και αγανάκτηση.»
Μέσα στους ήρωες υπάρχει κι ο Μπερνάρντο, που παραπέμπει ξεκάθαρα στον Λεονάρντο ντα Βίντση: είναι καλός ζωγράφος και παράλληλα μηχανικός που σχεδιάζει πολεμικές μηχανές και έχει και ένα ζωηρό ενδιαφέρον για την ανατομία. Ζωγραφίζει έναν Μυστικό Δείπνο και ένα γυναικείο πορτραίτο του έχει ένα μυστηριώδες χαμόγελο κτλ. Έτσι ίσως μπορέσουμε να τοποθετήσουμε την ιστορία καλύτερα κάπου στην Ιταλία τού 15ο αι.
«Όλα έχουν τη δική τους σημασία, όλα όσα συμβαίνουν και απασχολούν το ανθρώπινο είδος. Αλλά η ίδια η ζωή δεν είναι δυνατό να έχει σημασία. Αυτή είναι η δική μου άποψη.»
Δεν ξέρω κατά πόσο κάποιος θα θελήσει να βρει αλληγορίες κτλ. μέσα στο βιβλίο, για εμένα είναι απλά ένας κακός, μισάνθρωπος νάνος, που περιγράφει τον κόσμο μέσα απ� τα μάτια του.
«Τί θα ήταν η ζωή αν το καθετί δεν ήταν μάταιο; Η ματαιότητα είναι το θεμέλιο της ζωής.»
Το διάβασα όπως εκδόθηκε από την σειρά "Συλλογή Βραβεία Νόμπελ" τού Καστανιώτη. Η μετάφραση τού Ερρίκου Μπελιέ διαβάζεται στρωτά αν και, δυστυχώς, είναι από τα Αγγλικά και όχι από το σουηδικό πρωτότυπο, πράγμα κάπως παράξενο για ένα τέτοιο έργο από έναν μεγάλο οίκο όπως είναι ο Καστανιώτης. Μετάφραση κάπως γυαλισμένη κι έτσι μου έκανε ευχάριστη εντύπωση σαν έτυχα απρόσμενα ένα βορειοελλαδίτικο "να την κάνει παρέα" (σ. 86). :)